Σάββατο 14 Φεβρουαρίου 2009

Ἔρωτας, τὸ ὄπιο τοῦ λαοῦ

Ὅλο καρδοῦλες, ἀρκουδάκια καὶ λουλουδάκια σήμερα. Πρέπει νὰ βάλουμε τὰ πράγματα στὴν θέσι τους. Ἀντιγράφω (Δημήτρης Χορόσκελης, «Για να τελειώνουμε με όλα!», ἐκδ. Δίον, Θεσσαλονίκη 1999).




ΑΡΣΕΝΙΚΟ - ΘΗΛΥΚΟ

Οι σχέσεις των δύο φύλων είναι ένα σημαντικότατο κεφάλαιο της ζωής του ανθρώπου, επειδή από αυτές εξαρτάται, σε μεγάλο ποσοστό, η ευτυχία του, κι επιπλέον επειδή πάνω τους στηρίζεται η οικογένεια, το βασικό κύτταρο της δομής του κοινωνικού ιστού, γι' αυτό αξίζει να τις εξετάσουμε.

Η αλήθεια πάντα ενοχλεί και συχνά κοστίζει ακριβά: ο μύθος αναφέρει ότι όταν η θεά Ήρα ρώτησε τον μάντη Τειρεσία ποιος απολαμβάνει περισσότερο την ερωτική πράξη, ο άντρας ή η γυναίκα, κι εκείνος απάντησε «η γυναίκα», τότε εκείνη, εξοργισμένη, τον τύφλωσε. Οποιοσδήποτε λογικός άνθρωπος θα παραδεχτεί ότι στο ερωτικό παιχνίδι κυριαρχεί το θηλυκό. Ποιος χάνει χρόνο, χρήματα, κι ενέργεια, κορίτσια, στη διάρκεια του φλερτ, για να σας δελεάσει; Ποιος πρέπει να έχει συνεχώς ακμαίο ηθικό, παρ' όλες τις απορρίψεις που αντιμετωπίζει συχνά; Ποιος ιδρώνει και αγχώνεται στο κρεβάτι για να σας ικανοποιήσει; Η γυναίκα απλά περιμένει, σαν την αράχνη στο κέντρο του ιστού των θελγήτρων της, να παγιδευτούν μερικά ερεθισμένα αρσενικά, για να διαλέξει το υποψήφιο θύμα της (στο οποίο υποκύπτει στη συνέχεια, δεδομένου ότι ενδίδει στον άντρα που υπόσχεται τα περισσότερα, δηλαδή σε εκείνον που λέει τα μεγαλύτερα ψέμματα). Οποιοσδήποτε λογικός άνθρωπος θα παραδεχτεί ότι οι γυναίκες είναι, από τη φύση τους, αληθινές «μηχανές του σεξ»: 1) έχουν τρεις βασικούς τύπους διαφορετικών οργασμών (κλειτοριδικός, κολπικός, πρωκτικός), οι οποίοι, σε συνδυασμό μεταξύ τους, φτάνουν τους επτά! 2) μπορούν να έχουν πολλαπλούς οργασμούς, σε μικρό χρονικό διάστημα, 3) ο γυναικείος οργασμός διαρκεί 15 δευτερόλεπτα, ενώ ο αντρικός μόλις 5, 4) η γυναίκα αφήνει κραυγές ηδονής σε ολόκληρη τη διάρκεια της ερωτικής πράξης, ο άντρας ένα ζωώδες μουγκρητό στο τέλος, 5) οι γυναίκες μπορούν να προσποιηθούν στη διάρκεια της συνουσίας, διασώζοντας έτσι τη «γυναικεία τιμή» τους, 6) μια γυναίκα μπορεί να ικανοποιήσει (και να απολαύσει) ταυτόχρονα μέχρι και τρεις άντρες (και διαδοχικά ακόμη περισσότερους), ενώ ένας άντρας μόλις και μετά βίας μια γυναίκα!

Απέναντι σε αυτήν την πολλαπλή μηχανή του σεξ στέκεται αντιμέτωπο το αρσενικό, έχοντας για μοναδικό όπλο μια απόφυση μέσου μήκους 17 εκατοστών! Ο αγώνας είναι άνισος: χρειάζεται πολύς κόπος για να ικανοποιηθεί το θηλυκό, ενώ παράλληλα υπάρχει ο κίνδυνος να εκτεθεί ο άντρας ανεπανόρθωτα, λόγω ανικανότητας στύσης ή πρόωρης εκσπερμάτωσης. Για να μη μιλήσουμε για σχόλια του τύπου «ο Πέτρος τον είχε μεγαλύτερο» ή «ο Γιάννης πηδούσε καλύτερα». Η γυναίκα δεν ρωτάει ποτέ τίποτα: γι' αυτήν η ικανοποίηση του άντρα είναι κάτι το αυτονόητο.

Γι' αυτή τη φυσική σεξουαλική ανισότητα δεν μίλησε βέβαια καμμία φεμινίστρια. Το μόνο που βρίσκουν να πουν (και είναι φυσικό, αφού οι περισσότερες είναι ανέραστες, ανοργασμικές, ή λεσβίες) είναι ότι οι άντρες βλέπουν τις γυναίκες σαν «σκεύη ηδονής». Αν δεχτούμε την άποψη ότι οι άντρες βλέπουν τις γυναίκες σαν «σεξουαλικά αντικείμενα», αυτό σημαίνει άραγε ότι οι γυναίκες βλέπουν τους άντρες σαν «πνευματικά υποκείμενα»; Πολύ αμφιβάλλω. Ας μη γελιόμαστε: η βάση της σχέσης των δύο φύλων είναι σεξουαλική και ηδονοθηρική, όλα τα άλλα έρχονται (ή δεν έρχονται) στη συνέχεια. Η μομφή των φεμινιστριών, «οι άντρες βλέπουν τις γυναίκες σαν σκεύη ηδονής», είναι στην ουσία ένα καλυμμένο παράπονο, γιατί δεν βλέπουν και τις ίδιες σαν «σκεύη ηδονής». Είναι απλό, ενστικτώδες, και πρωτόγονο, το είπε και ο Όσκαρ Γουάιλντ: «ο άντρας πιάνεται από τα μάτια, η γυναίκα από τ' αυτιά». Πολλοί άντρες ξετρελάθηκαν από την ομορφιά μιας γυναίκας, κανείς όμως από τον «πλούσιο ψυχικό κόσμο» κάποιας άσχημης φεμινίστριας, κι αυτό είναι το μεγάλο και κρυφό τους παράπονο. Η κουλτούρα και τα «ψυχικά χαρίσματα» που προβάλλουν, είναι ένα άχρηστο (δυστυχώς) αντιστάθμισμα στην απουσία φυσικού κάλλους.

Η γυναίκα διανύει τρεις βασικές περιόδους της ερωτικής της ζωής. Στην πρώτη, εξερευνά και ανακαλύπτει τη σεξουαλικότητά της, μέσα από εφήμερες συνήθως σχέσεις με το άλλο φύλο. Στη δεύτερη, ψάχνει για τον ιδανικό σύζυγο, παντρεύεται, και κάνει παιδιά. Στην τρίτη, ύστερα από μερικά χρόνια γάμου, και αδυνατώντας να πιστέψει ότι η ερωτική της ζωή έχει τελειώσει, αναζητά επιβεβαίωση και σεξουαλική ένταση σε εξωγαμιαίες σχέσεις. Στον άντρα, η κατάσταση είναι πιο σταθερή και απλή. Στα περισσότερα είδη ζώων, μετά από μια σύντομη περίοδο ζευγαρώματος, το αρσενικό φεύγει και η θηλυκιά αναλαμβάνει όλα τα «οικογενειακά βάρη». Αυτό το ένστικτο πολυγαμίας υπάρχει και στον άντρα. Αφού βρει θηλυκιά για να αποθέσει και να διαιωνίσει τα γονίδιά του, είναι έτοιμος για νέες κατακτήσεις. Αυτό που κρατάει τον άντρα στην οικογένεια είναι κάποιοι ηθικοί καταναγκασμοί, που δημιουργήθηκαν στη μακραίωνη ιστορία του είδους μας. Λύνει όμως κι αυτός το πρόβλημα συνάπτοντας εξωσυζυγικές σχέσεις. Έτσι η οικογένεια «λειτουργεί» μέσα σε μια ατμόσφαιρα αμοιβαίας υποκρισίας κι εγωισμού. Κάθε μεριά θεωρεί ότι έχει το δικαίωμα για παράλληλους έρωτες, αλλά ξεσπάει πόλεμος όταν κάποιος από τους δύο συζύγους μάθει ότι το έτερον ήμισυ έχει εξωγαμιαίες σχέσεις.

Ένας άλλος φεμινιστικός μύθος είναι εκείνος του άντρα-συντρόφου. Η πείρα απέδειξε ότι η γυναίκα έλκεται κυρίως από πρωτόγονους, άξεστους άντρες. Οι γυναίκες εκτιμούν τα «καλά παιδιά» αλλά ερωτεύονται τα «κακά παιδιά». Το «καλό παιδί» το πολύ-πολύ να το βλέπουν σαν την καλύτερή τους φίλη. Απόδειξη, τα αναρίθμητα ερωτικά γράμματα θαυμαστριών που λαμβάνουν στις φυλακές διάφοροι βιαστές και δολοφόνοι γυναικών. Η βία και ο κίνδυνος αποτελούν τα ισχυρότερα αφροδισιακά για τη γυναίκα (τα άλλα δύο είναι το χρήμα και η εξουσία). Αυτή η κτηνώδης φύση της σεξουαλικής ηδονής περιγράφεται με θαυμαστό τρόπο από τον Μπερτολούτσι, στο Τελευταίο τανγκό στο Παρίσι, όπου η Μαρία Σνάιντερ παρατάει κάθε τόσο τον ρομαντικό και τρυφερό Ζαν-Πιέρ Λεώ, για να πάει τρέχοντας στο αδειανό διαμέρισμα του κυνικού Μάρλον Μπράντο, που διαθέτει τα στοιχειώδη πράγματα που χρειάζονται ένας άντρας και μια γυναίκα για να είναι ευτυχισμένοι: ένα στρώμα, κι ένα κομμάτι βούτυρο. Μια γυναικεία έκφραση της μόδας στη δεκαετία του '70 ήταν, «αυτός πηδάει σαν διανοούμενος» (δηλαδή σαν ευαίσθητος άνθρωπος). Οι φεμινίστριες, αφού πρώτα ευνούχισαν τους άντρες, λέγοντάς τους πως τους θέλουν σαν ισότιμους, τρυφερούς, καλλιεργημένους, κι ευγενικούς συντρόφους, τώρα δηλώνουν πως «δεν υπάρχουν πια αληθινοί άντρες», και στις ιδιωτικές τους στιγμές ονειρεύονται άγριο σεξ με δασύτριχους νταλικέρηδες και στιβαρούς μπετατζήδες! Είναι πολύ δύσκολο να δαμάσει κανείς το ζώο που κρύβεται μέσα του!...

Ένα άλλο πρόβλημα έχει προκύψει τα τελευταία χρόνια, από την φεμινιστικής έμπνευσης αντιστροφή των αρχέγονων και παραδοσιακών ρόλων του άντρα και της γυναίκας. Από αρχαιοτάτων χρόνων, οι πρωτόγονοι άντρες πήγαιναν για κυνήγι και οι γυναίκες έμεναν στη σπηλιά, φυλάγοντας τα μικρά και συλλέγοντας καρπούς και ρίζες από την τριγύρω περιοχή. Στον 20ό αιώνα, οι φεμινίστριες βάλθηκαν να ανατρέψουν αυτούς τους ρόλους, για να «απελευθερώσουν» τη γυναίκα. Προσπάθησαν να αποδείξουν ότι κι εκείνη μπορεί να κάνει δουλειές που κάνει ένας άντρας. Αυτό δεν θα το αμφισβητούσε κανείς λογικός άνθρωπος, αλλά όσο φυσιολογικό είναι ένας άντρας με φακιόλι που ξεσκονίζει, πλένει, μαγειρεύει, και νταντεύει τα παιδιά, άλλο τόσο φυσιολογικό είναι μια γυναίκα ανθρακωρύχος, διευθύντρια εταιρείας, ή πιλότος πολεμικού αεροσκάφους. Υπάρχουν κάποιοι ρόλοι που επιβλήθηκαν στα δύο φύλα από τη βιολογία και από τη μακραίωνη ιστορική εξέλιξη του ανθρώπινου είδους, και δεν μπορούν να ανατραπούν ατιμωρητί. Η περίφημη «απελευθέρωση» αποδείχτηκε τελικά διπλή σκλαβιά, διότι εκτός από τις οικιακές εργασίες η γυναίκα φορτώθηκε και τις εξωοικιακές επαγγελματικές υποχρεώσεις (κυρίως σε χώρες παραδοσιακά «φαλλοκρατικές», όπου οι άντρες θεωρούν υποτιμητικό να βοηθήσουν στις δουλειές του σπιτιού). Το τίμημα ήταν πολύ βαρύ για τις γυναίκες: πολλές από αυτές, αφού πρώτα ανάλωσαν πολλά χρόνια για να χτίσουν την επαγγελματική τους καριέρα, στα τριάντα-σαράντα τους παραδέχονται ότι θα τα έδιναν όλα για μια οικογένεια (αν είναι ανύπαντρες), ή αντιλαμβάνονται ότι απέτυχαν σαν σύζυγοι και μητέρες (αν είναι παντρεμένες). Επίσης, η οικονομική αυτονομία της γυναίκας την έκανε πιο αλαζονική, πιο αδιάλλακτη, πιο ανεξάρτητη, με αποτέλεσμα με το παραμικρό οικογενειακό πρόβλημα να προσφεύγει στο διαζύγιο.

Εδώ πλέον βρισκόμαστε σε έναν δρόμο χωρίς επιστροφή, διότι αν στην αρχή οι γυναίκες άρχισαν να εργάζονται για να εκφράσουν την «απελευθέρωσή» τους, τώρα πλέον το κάνουν από οικονομική ανάγκη, αφού ένας μισθός δεν αρκεί για να ζήσει μια οικογένεια.

Μια άλλη καταγέλαστη άποψη είναι ο ισχυρισμός των γυναικών ότι οι οικιακές εργασίες είναι άχαρες και καταπιεστικές (λες και υπάρχει δουλειά που δεν είναι άχαρη και καταπιεστική). Αυτή τη θέση προωθεί η ιταλίδα συγγραφέας Αρμάντα Γκουιντούτσι, στο βιβλίο της «Δύο γυναίκες για πέταμα», όπου περιγράφει, σε εκατό και πλέον σελίδες και με τα μελανότερα χρώματα, βαρειές και ανθυγιεινές δουλειές όπως το ξεσκόνισμα, το μαγείρεμα, και το πλύσιμο των ρούχων. Η γαλλίδα Μαρί Καρντινάλ, στο βιβλίο της «Εγώ και Αυτό», περιγράφει τη φρικτή ζωή μιας νοικοκυράς που ο άντρας της την αγαπάει, την καταλαβαίνει απόλυτα, κι επειδή δεν έχει κανένα πρόβλημα ανακαλύπτει ένα: μια έκτρωση που παραλίγο να κάνει πριν από τριάντα χρόνια η μητέρα της, όταν την εγκυμονούσε. Αυτή η ανακάλυψη την κάνει ράκος, αρχίζει να τριγυρνάει καθημερινά στους δρόμους και να ψωνίζει εφήμερους εραστές, καθώς ο αναίσθητος ο άντρας της το διασκεδάζει στη δουλειά του κάνοντας υπερωρίες! Τελικά σώζεται από βέβαια τρέλα με τη βοήθεια της ψυχανάλυσης. Και μη χειρότερα! Αν λάβουμε υπ' όψιν το εξηλεκτρισμένο οπλοστάσιο της σύγχρονης νοικοκυράς, εγώ πολύ θα το ήθελα να ήμουν παντρεμένη γυναίκα και να ασχολιόμουν με οικιακά. Ο σκλάβος θα έφευγε χαράματα από το σπίτι για τη δουλειά του, στις οκτώ θα πήγαινα τα παιδιά στο σχολείο, 8-10 θα τέλειωνα τις πρωινές δουλειές, 10-12 θα βολτάριζα στην αγορά, 12-2 θα συναντούσα τον εραστή μου (κάποιον ξεκούραστο άνεργο ή φοιτητή), στις δύο θα έπαιρνα τα παιδιά από το σχολείο, και όλα μέλι γάλα! Το πρωί απελευθερωμένη, και το βράδυ παντρεμένη!

Τα πεδία της σχιζοφρενικής αντιπαράθεσης των δύο φύλων είναι ανεξάντλητα. Όταν ο άντρας εκδηλώνει έντονα τον έρωτά του η γυναίκα δυσανασχετεί («με καταπιέζεις»), όταν της αφήνει ελευθερία κινήσεων διαμαρτύρεται («δεν μ' αγαπάς»). Όταν η γυναίκα περιφέρεται προκλητικά ημίγυμνη σε δημόσιους χώρους, αυτό δεν θεωρείται «σεξουαλική παρενόχληση», όταν ο άντρας, αποδεχόμενος την πρόκληση, αρχίζει να ερωτοτροπεί, αυτό θεωρείται «σεξουαλική παρενόχληση»!

Θα μπορούσα να συνεχίσω για πολλή ώρα με παρόμοια παραδείγματα, αλλά δεν νομίζω ότι χρειάζεται...

Δυστυχώς, οι σχέσεις των δύο φύλων πάντα ήταν ανταγωνιστικές. Παλιότερα, ο άντρας ήθελε να «γλεντήσει» τη γυναίκα (εκείνη άραγε δεν το «γλεντούσε»;) κι ύστερα να την παρατήσει, ενώ εκείνη περίμενε γάμο κι αποκατάσταση. Σήμερα, τα δύο φύλα, εκτός από τον ερωτικό και οικογενειακό τομέα, συγκρούονται και στον επαγγελματικό. Το τοπίο είναι μάλλον δυσοίωνο. Έτσι κι αλλιώς ο άντρας και η γυναίκα είναι δύο άσπονδοι αντίπαλοι, που συνάπτουν κατά καιρούς μια πράξη ανακωχής που λέγεται «έρωτας». Το υπόλοιπο του χρόνου τους επιδίδονται σε διαρκείς εχθροπραξίες.

Όλα αυτά δείχνουν ότι η οικογένεια, με την παραδοσιακή της μορφή, δεν είναι πλέον βιώσιμη. Η λύση είναι η «ανοιχτή οικογένεια», όπου δύο ισότιμοι σύζυγοι θα αναγνωρίζουν ο ένας στον άλλον το δικαίωμα για εξωσυζυγικές σχέσεις, ή η καθαρά ζωική μορφή της μονοπυρηνικής οικογένειας, όπου θα υπάρχουν ανύπαντρες μητέρες με παιδιά, και αρσενικοί επιβήτορες που θα περιφέρονται από θηλυκιά σε θηλυκιά, συνάπτοντας σύντομες ερωτικές σχέσεις. Δεδομένου ότι η πρώτη εκδοχή προϋποθέτει ανθρώπους υψηλού πνευματικού επιπέδου, και λαμβάνοντας υπ' όψιν ότι στις σκανδιναβικές χώρες ήδη το 50% των οικογενειών είναι μονοπυρηνικές (ενώ το ποσοστό των διαζυγίων αυξάνεται παγκοσμίως), όλα δείχνουν ότι κινούμαστε προς τη δεύτερη λύση. Είτε μας αρέσει είτε όχι, επιστρέφουμε στη ζωώδη φύση μας.

Κλείνω αυτό το κεφάλαιο με ένα απόσπασμα από το μυθιστόρημα του «φαλλοκράτη» ελβετογάλλου συγγραφέα Μπλεζ Σαντράρς, με τίτλο «Βίος και πολιτεία του Μοραβαζίν». «Ο άντρας και η γυναίκα δεν είναι φτιαγμένοι για να συνεννοούνται, να αγαπιούνται, να συγχωνεύονται, να αλληλοσυγχέονται. Αντιθέτως, αλληλομισούνται και αλληλοσπαράσσονται. Και αν στην πάλη αυτή, που ονομάζεται έρωτας, η γυναίκα θεωρείται το αιώνιο θύμα, στην πραγματικότητα τον άντρα σκοτώνουν ξανά και ξανά. Γιατί το αρσενικό είναι ο εχθρός, ένας εχθρός ανεπιτήδευτος, αδέξιος, υπέρ το δέον εξειδικευμένος. Η γυναίκα είναι παντοδύναμη, είναι καλύτερα ριζωμένη μες στη ζωή, έχει πολλά ερωτογενή κέντρα, άρα ξέρει να υποφέρει καλύτερα, έχει μεγαλύτερη ανθεκτικότητα, η λίμπιντό της την κάνει πιο γήινη, είναι η πιο δυνατή. Ο άντρας είναι ο σκλάβος της, κυλιέται στα πόδια της, παραιτείται παθητικά. Υφίσταται...».

Καταλήγοντας, συμπεραίνουμε (δυστυχώς) ότι η φράση-κλειδί που εκφράζει τις σχέσεις των δύο φύλων (ιδίως στην εποχή μας) είναι η εξής: «Κάντε πόλεμο, όχι έρωτα!». Εξ άλλου, αν δεν υπήρχε το δόλωμα του έρωτα, τα δύο φύλα όχι μόνο δεν θα είχαν καμμία επαφή μεταξύ τους, αλλά ολόκληρος ο πλανήτης θα ήταν χωρισμένος σε δύο μεγάλα αντίπαλα στρατόπεδα που θα επιδίδονταν σε λυσσαλέους πολέμους.

ΕΡΩΤΑΣ, ΤΟ ΟΠΙΟ ΤΟΥ ΛΑΟΥ

Αφού εξετάσαμε τις θανάσιμες σχέσεις αρσενικού-θηλυκού, είναι ώρα να δούμε ποια είναι αυτή η μυστηριώδης δύναμη που ελκύει ακατανίκητα δύο ορκισμένους εχθρούς, όπως τον άντρα και τη γυναίκα. Όλα δείχνουν ότι είναι άλλη μια επινόηση του Κακού Δημιουργού, αφού συνήθως ενώνει ετερόκλητα άτομα τα οποία, όταν παρέλθει η επίδρασή της, αντιλαμβάνονται ότι έπεσαν θύματα κάποιας ανεξήγητης απάτης, και το αρχικό τους πάθος μετατρέπεται σε θανάσιμο μίσος. Οι άνθρωποι, όταν ερωτεύονται, νομίζουν ότι διαλέγουν το αντικείμενο του πόθου τους, αλλά ωστόσο αδυνατούν να εξηγήσουν γιατί τους ελκύει το Α άτομο (με το οποίο δεν έχουν τίποτα το κοινό) και όχι το Β (με το οποίο έχουν πολλά κοινά). Η συνδρομή του Φρόυντ δεν είναι ούτε εδώ πανάκεια, αφού η εκδοχή των γονικών προτύπων, ή της αναζήτησης στο έτερον ήμισυ χαρακτηριστικών που δεν έχουμε εμείς οι ίδιοι, δεν ισχύει πάντα. Εξ άλλου, αν αυτό ήταν αλήθεια, τότε γιατί η αρχική έλξη δεν παραμένει, αλλά με τον χρόνο μετατρέπεται σε απέχθεια; Η απατηλή φύση του έρωτα αποδεικνύεται και από τις σχετικές εκφράσεις που τον περιγράφουν σε ορισμένες γλώσσες: στα αγγλικά το «fall in love» («πέφτω σε έρωτα») και στα γαλλικά το «tomber amoureux» («πέφτω ερωτευμένος») δηλώνουν ξεκάθαρα ότι ο ερωτευμένος στην ουσία «πέφτει σε παγίδα». Ο Νίτσε, αναφερόμενος στην κοσμοθεωρία του Παρμενίδη, στο έργο του «Η Φιλοσοφία στην τραγική εποχή των Ελλήνων», γράφει σχετικά: «Η δύναμη της Αφροδίτης είναι να ζευγαρώνει τα αντίθετα. Ένας πόθος φέρνει κοντά τα στοιχεία που μάχονται το ένα το άλλο: το αποτέλεσμα είναι ένα γίγνεσθαι. Όταν ο πόθος κορεστεί, το μίσος και η εναντιότητα τα χωρίζει και πάλι...».

Αυτή η μυστηριώδης έλξη είναι η κινητήρια δύναμη της ζωής των ανθρώπων: οι άντρες πασχίζουν να αποκτήσουν πλούτη και εξουσία για να εντυπωσιάσουν τις γυναίκες, και οι γυναίκες αφιερώνουν μεγάλο μέρος του χρόνου τους στον καλλωπισμό τους για να τραβήξουν την προσοχή των αντρών. Στην ουσία, η επήρεια του έρωτα έχει σαν σκοπό (και αυτή) την ταλαιπωρία όλων των όντων, και τη διασταύρωση γονιδίων εντελώς διαφορετικών εκπροσώπων του ανθρώπινου είδους (κάτι σαν το αποτρόπαιο και θλιβερό γατοκούνελο, αποτέλεσμα των φρικτών πειραμάτων που κάνουν τα τελευταία χρόνια οι άνθρωποι, με τα γονίδια διαφόρων φυτών και ζώων). Η σεξουαλική ηδονή είναι το δόλωμα για την ερωτική δραστηριότητα των ανθρώπων-πειραματόζωων και για τη διαιώνιση των πειραμάτων που γίνονται ερήμην τους.

Ένα άμεσο αποτέλεσμα του ανθρώπινου εθισμού στο παραισθησιογόνο ναρκωτικό του έρωτα, είναι και η δημιουργία του θεσμού της οικογένειας. Άνθρωποι που συχνά δεν έχουν τίποτα το κοινό μεταξύ τους, βρίσκονται εγκλωβισμένοι μέσα σε ένα φαύλο πλέγμα σχέσεων εξουσίας, αλληλεξάρτησης, και διαπλεκόμενων (και συχνά αντικρουόμενων) συμφερόντων. Οι οικογένειες δεν είναι παρά οίκοι ενοχής, χώροι καταπίεσης, βίας, εκμετάλλευσης, αιμομιξίας, απόγνωσης, αντιφατικών συναισθημάτων, νευρώσεων, ψυχώσεων, σχιζοφρένειας και παράνοιας.

Δεδομένης λοιπόν της απατηλής φύσης του, της τεράστιας επιρροής και της σημασίας του στη ζωή των ανθρώπων, καθώς και του ψυχο-βιοχημικού εθισμού που προκαλεί, ο έρωτας μπορεί κάλλιστα να θεωρηθεί σαν το όπιο του λαού, επειδή τους αποβλακώνει και τους αποσπά την προσοχή από ουσιαστικά προβλήματα, όπως είναι η αποκάλυψη του βρώμικου παιχνιδιού του Κακού Δημιουργού...

1 σχόλιο: